Ερευνα -Μελέτη απο τον Αριστοτέλη Αλβανό, απόφοιτο Εθνικής Σχολής Δημόσιας Διοίκησης και Αυτοδιοίκησης ΠΕΡΙΛΗΨΗ Η υπερχρέωση των νοικοκυριών, νοούμενη ως δυσκολία ή ακόμη και αδυναμία των ατόμων και των οικογενειών να ανταποκριθούν στις οικονομικές τους υποχρεώσεις, αποτελεί ένα πολυδιάστατο και πολυαιτιακό φαινόμενο. Οι συνέπειές του για την κοινωνική συνοχή είναι εξαιρετικά αρνητικές καθώς συνιστά έναν από τους βασικούς παράγοντες αναπαραγωγής και εξάπλωσης της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού. Αν και στο παρελθόν η αμιγώς οικονομική ερμηνεία του φαινομένου της υπερχρέωσης είχε ως αποτέλεσμα την εννοιολογική της ταύτιση με τον υπερκαταναλωτισμό, τα τελευταία χρόνια οι δύο αυτές έννοιες δεν θεωρούνται πλέον ταυτόσημες. Η σαφής διάκριση μεταξύ των δύο όρων, που γίνεται πλέον κοινά αποδεκτή στην διεθνή θεωρητική συζήτηση, τεκμηριώνεται από τα διαθέσιμα ερευνητικά δεδομένα που αναδεικνύουν μία ισχυρή συσχέτιση μεταξύ του κινδύνου της υπερχρέωσης και συγκεκριμένων κοινωνικών, δημογραφικών και οικονομικών παραγόντων.Ανταποκρινόμενα στην αναγκαιότητα πρόληψης και καταπολέμησης του φαινομένου, αρκετά κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης προχώρησαν στην εφαρμογή ολοκληρωμένων πολιτικών στήριξης των νοικοκυριών που βρίσκονται σε κατάσταση υπερχρέωσης ή διατρέχουν τον κίνδυνο υπερχρέωσης. Ο βαθμός εμπλοκής των φορέων της τοπικής αυτοδιοίκησης στον σχεδιασμό και την υλοποίηση των συγκεκριμένων μέτρων ποικίλλει, ανάλογα με το μοντέλο διοικητικής διάρθρωσης της κάθε χώρας και τον συσχετισμό πολιτικοδιοικητικής ισχύος μεταξύ κεντρικής διοίκησης και τοπικής αυτοδιοίκησης. Σε κάθε περίπτωση, ο εντοπισμός και η ανάλυση μέτρων που εφαρμόζονται σε άλλα κράτη της Ευρωπαϊκής περιφέρειας και παρουσιάζουν χαρακτηριστικά βέλτιστης πρακτικής αποτελεί πολύτιμη πηγή γνώσης, εμπειρίας και έμπνευσης.
Στην Ελλάδα, αν και το πρόβλημα της
υπερχρέωσης είχε γίνει εγκαίρως αντιληπτό, ιδίως από τους φορείς της κεντρικής διοίκησης με
προνοιακές αρμοδιότητες, η εφαρμογή εξειδικευμένων θεσμικών μέτρων καθυστέρησε
χαρακτηριστικά με αποτέλεσμα να παρακολουθεί μάλλον παρά να προλαμβάνει την
ταχύτατη επιδείνωση του προβλήματος. Επιπλέον, η καθυστέρηση αυτή οδήγησε στην
χρονική σύμπτωση των παρεμβάσεων με την έναρξη της δεινής οικονομικής κρίσης
που έπληξε την χώρα με αποτέλεσμα να αλλοιώσει τον χαρακτήρα τους. Αντί για
«αυτοτελή πολιτική» με στόχο την αντιμετώπιση ενός συγκεκριμένου κοινωνικoύ προβλήματος (ανεξάρτητου από
την κατάσταση της ευρύτερης εθνικής οικονομίας),τα συγκεκριμένα μέτρα
λειτούργησαν περισσότερο ως τμήμα των γενικότερων πολιτικών προστασίας των
ευπαθών κοινωνικών ομάδων από τις συνέπειες της οικονομικής ύφεσης. Σε επίπεδο
φιλοσοφίας και περιεχομένου, εξάλλου, η υφιστάμενη εθνική πολιτική για την
προστασία των υπερχρεωμένων νοικοκυριών χαρακτηρίζεται ως «υπολειμματική» καθώς
δεν αντιμετωπίζει ολοκληρωμένα το πρόβλημα και τις ανάγκες της ομάδας στόχου
αλλά επικεντρώνεται στην θέσπιση διαδικασιών ευνοϊκής ρύθμισης χρεών. Στο πεδίο
των δράσεων που αξιοποιούν πόρους του Ε.Σ.Π.Α., η προσπάθεια για ανάπτυξη ενός
δικτύου παροχής υποστηρικτικών υπηρεσιών σε υπερχρεωμένα νοικοκυριά αποτελεί
μία ενδιαφέρουσα πρωτοβουλία αν και – προς το παρόν - στερείται τα
χαρακτηριστικά μίας «εθνικής (θεσμικής) πολιτικής». Σε κάθε περίπτωση, εντύπωση
προκαλεί το γεγονός ότι η συγκεκριμένη δράση δεν προβλέπει την συμμετοχή και
την ενεργοποίηση των Ο.Τ.Α. παρά το γεγονός ότι οι συγκεκριμένοι φορείς είναι
οι κατεξοχήν αρμόδιοι για την παροχή προνοιακών υπηρεσιών «ανοικτού τύπου»
σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία. Η συγκεκριμένη επιλογή αντανακλά προφανώς
την – έως ένα βαθμό δικαιολογημένη - δυσπιστία της κεντρικής διοίκησης ως προς
την οικονομική και επιχειρησιακή δυνατότητα των Ο.Τ.Α. να διαχειριστούν
αποτελεσματικά το συγκεκριμένο σύστημα. Από την άλλη μεριά όμως, με αυτό τον
τρόπο παραγνωρίζεται τόσο ο θεσμικός ρόλος της τοπικής αυτοδιοίκησης στο πεδίο
της κοινωνικής πρόνοιας όσο και τα συγκριτικά πλεονεκτήματά της (πληρέστερη
γνώση των χαρακτηριστικών και των αναγκών του τοπικού πληθυσμού, δυνατότητα
κινητοποίησης τοπικού δυναμικού κλπ.) σε ό,τι αφορά στην αντιμετώπιση
κοινωνικών προβλημάτων σε τοπικό επίπεδο.
Στις χώρες που έχουν επιλεγεί ως
μελέτες περίπτωσης για την παρούσα εργασία (Γερμανία, Ολλανδία, Ιρλανδία)
εντοπίζεται μία σειρά καλών πρακτικών στο πεδίο των τοπικών πολιτικών για την
πρόληψη και την καταπολέμηση της υπερχρέωσης. Η ανάλυση των συγκεκριμένων
εθνικών υποδειγμάτων στην παρούσα εργασία μπορεί να αποτελέσει την βάση για
έναν γόνιμο προβληματισμό σχετικά με τον ρόλο της ελληνικής αυτοδιοίκησης στο
συγκεκριμένο πεδίο παρέμβασης.
Η μεταρρύθμιση στο πλαίσιο του
Σχεδίου «Καλλικράτης» οδήγησε σε μία μαζική μεταβίβαση προνοιακών αρμοδιοτήτων
προς τους Ο.Τ.Α. (ιδίως τους α΄βάθμιους) με συνέπεια την άσκηση έντονης πίεσης
στους ήδη ελλειμματικούς προϋπολογισμούς τους και τις ήδη επιβαρυμένες δομές
τους. Η επιτυχημένη ανταπόκριση των Ο.Τ.Α. στο νέο διευρυνόμενο ρόλο τους – και
μάλιστα σε συνθήκες ακραίας δημοσιονομικής κρίσης - θα εξαρτηθεί από την
δυνατότητα τους να αξιοποιήσουν τις προοπτικές δικτύωσης με τους τοπικούς
παράγοντες (ιδιωτικού και εθελοντικού τομέα) στο πλαίσιο καινοτόμων και
αποτελεσματικών συνεργιών.
Λέξεις κλειδιά: νοικοκυριά, υπερχρέωση,
φτώχεια, κοινωνική συνοχή, τοπική αυτοδιοίκηση, ρύθμιση οφειλών, συμβουλευτική
χρέους, καλές πρακτικές, δήμοι
ABSTRACT
Household over-indebtedness,
defined as the difficulty or weakness of individuals and families to meet their
financial obligations, is a multivariate phenomenon. Being a fundamental factor
of poverty reproduction, over-indebtedness has an appallingly negative impact
on social cohesion. The explicitly economical explanation of the problem, which
was prevalent until recently, resulted in the conceptual identification of the
issue with consumerism and bad money management. However, ongoing public
debate, at national and international level, supported by available scientific
data, emphasize on the links between over-indebtedness and certain social,
demographic and economic characteristics.
Responding to the necessity of preventing and tackling
the problem, several EU member states have put in place comprehensive debt
counselling policies, aimed at households which are already in a state of over-indebtedness
or face an increased risk to reach such a point. The level of local government involvement,
in the stages of planning and implementation, varies according to the
administrative arrangements of each country as well as the equilibrium of power
between of central and local government. In any case, the examination of good
practices applied in other European countries, could be a useful source of
knowledge, experience and inspiration.
In Greece, although the problem of over-indebtedness had
been timely acknowledged by governmental social welfare bodies, the
implementation of specialized measures was significantly delayed and, thus,
failed to prevent the deterioration of the problem. Furthermore, the recession
that struck the country in 2008, neutralized the measures’ effectiveness and
distorted their nature. Instead of a self-existent policy, which would tackle a
specific social problem, the implemented measures functioned as part other
general policies activated to protected vulnerable groups from the worst
effects of the economic crisis. In terms of orientation and content, the national
policy for the protection of over-indebted households is fragmentary, as it
does not approach the problem in a comprehensive fashion and is limited to setting
debt settlement procedures, favourable to the debtors
A recent initiative, concerning the creation of a debt counselling
network, using NSRF funding, is positive but cannot replace a national policy,
with sound institutional backing and secured funding. It also fails to involve
local government, despite the latter’s jurisdiction on open type social
services, reflecting the central government’s doubts concerning the financial
and operational capabilities of local authorities. Crucial advantages of local
action vis-à-vis centrally-planned policies, such as better knowledge of local
problems and increased capacity to mobilize local actors are overlooked.
A series of good practices in the fields of debt counselling
and debt prevention, as applied in three selected countries (Germany, the
Netherlands and Ireland) are examined in the essay and an attempt is being made
to draw conclusions that would assist the Greek local government in determining
its future role and policies in that field. Under the recent reform of local
and decentralized government, named after the ancient Greek architect
Kallikrates, a significant transfer of welfare competences to the
municipalities took place, putting further pressure in their tormented
resources. The successful exercise of these competences will, ultimately depend
on their ability to explore the possibilities of networking with the private
and voluntary sector, within a framework of innovative and effective synergies.
Κey words: household, over-indebtedness,
poverty, social cohesion, debt counselling, local government, debt settlement,
good practices, municipalities
|
Τετάρτη 14 Μαρτίου 2012
Μελέτη για την υποστήριξη Υπερχρεωμένων Νοικοκυριών στην Ευρωπαϊκή Περιφέρεια
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου